Ροή ειδήσεων

ΠΟΛ. 1131/2.11.2007 Οι τόκοι υπερημερίας που καταβάλλει το Δημόσιο, μετά από δικαστική απόφαση, σε εργολάβο δημοσίων έργων αποτελούν εισόδημα από κινητές αξίες

Αναφορικά με το πιο πάνω θέμα, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα :

1. Σύμφωνα με τις διατάξεις του δεύτερου εδαφίου της περιπτ. γ΄ της παρ.1 του άρθρου 24 του ν. 2238/1994, το εισόδημα από τόκους που επιδικάζονται με δικαστική απόφαση, με εξαίρεση τα εισοδήματα που αναφέρονται στο τελευταίο εδάφιο της παρ.4 του άρθρου 25 και της παρ. 4 του άρθρου 48 του ίδιου νόμου, αποτελούν εισόδημα από κινητές αξίες.

2. Εξάλλου, με τις διατάξεις της παρ.4 του άρθρου 25 του ν. 2238/1994 ορίζεται, ότι  οι τόκοι συναλλαγματικών και γραμματίων από εμπορικές συναλλαγές, οι τόκοι από τις αποδεδειγμένες πωλήσεις εμπορευμάτων με πίστωση μεταξύ εμπόρων και οι προκύπτοντες τόκοι υπερημερίας, λόγω καθυστέρησης στην καταβολή του πιστωθέντος τιμήματος, δεν λογίζονται ως εισόδημα από κινητές αξίες, αλλά ως εισόδημα από εμπορικές επιχειρήσεις, με την προϋπόθεση ότι αυτός που αποκτά το εισόδημα αυτό ασκεί εμπορική γενικά επιχείρηση στην Ελλάδα ή, προκειμένου για αλλοδαπό, ότι αυτός έχει μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα και οι τόκοι προέρχονται από εργασίες της μόνιμης αυτής εγκατάστασης.
Ως εισόδημα από εμπορικές επιχειρήσεις λογίζονται και οι τόκοι της παραγράφου αυτής που επιδικάζονται με δικαστική απόφαση.

3. Όπως έχει γίνει δεκτό με την αριθ. πρωτ: 11885/191/ΠΟΛ: 141/ 14.8.1985 διαταγή μας και εξ αφορμής των αριθ. 300/82 και 1718/84 αποφάσεων του Σ.τ.Ε, οι τόκοι που καταβάλλονται από το Δημόσιο, μετά από δικαστική απόφαση, σε εργολάβο δημοσίων  έργων, λόγω καθυστέρησης καταβολής του εργολαβικού ανταλλάγματος αποτελούν εισόδημα από κινητές αξίες, καθόσον για να χαρακτηρισθούν οι τόκοι ως εισόδημα από εμπορικές επιχειρήσεις πρέπει  η συναλλαγή να έχει λάβει χώρα μεταξύ εμπόρων, ιδιότητα την οποία δεν έχει το Δημόσιο.

4. Εξάλλου, με τις διατάξεις του π.δ. 166/2003 (προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στις διατάξεις της Οδηγίας 2000/35/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου), ορίζεται μεταξύ άλλων, ότι ”Εμπορική συναλλαγή” είναι κάθε συναλλαγή μεταξύ επιχειρήσεων ή μεταξύ επιχειρήσεων και δημόσιων αρχών, η οποία συνεπάγεται την παράδοση αγαθών ή την παροχή υπηρεσιών έναντι αμοιβής.
”Δημόσια αρχή” είναι κάθε αναθέτουσα αρχή ή φορέας, όπως ορίζεται στα προεδρικά διατάγματα για τις δημόσιες συμβάσεις προμηθειών (Π.Δ. 370/1995, ΦΕΚ Α’ 199), υπηρεσιών (Π.Δ. 346/1998, ΦΕΚ Α’ 230)  εξαιρούμενων τομέων (Π.Δ. 57/2000, ΦΕΚ Α’ 45) και Δημοσίων έργων (Π.Δ. 334/2000, ΦΕΚ Α’ 279), όπως τροποποιήθηκαν και ισχύουν (άρθρο 3).
Ενόψει του ανωτέρω όρου περί εμπορικής συναλλαγής που θεσπίστηκε με το π.δ. 166/2003, ανέκυψε το ερώτημα, αν οι τόκοι υπερημερίας που καταβάλλει το Δημόσιο μετά από δικαστική απόφαση σε εργοληπτική εταιρεία, αποτελούν πλέον εισόδημα από εμπορικές επιχειρήσεις ή  εξακολουθούν να χαρακτηρίζονται ως εισόδημα από κινητές αξίες.

5. Το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους με την αρ. 69/2006 γνωμοδότησή του (Β Τμήμα),  η οποία έγινε αποδεκτή από τον Υφυπουργό Οικονομίας και Οικονομικών, γνωμοδότησε ότι το π.δ. 166/2003 έχει άλλο σκοπό και άλλο πεδίο εφαρμογής σε σχέση με αυτό των διατάξεων των άρθρων 24 και 25 του Κ.Φ.Ε., το περιεχόμενο των οποίων ερμηνεύθηκε από τις προαναφερθείσες αποφάσεις του ΣτΕ (αριθ.300/82 και 1718/84).
Κατά συνέπεια, οι τόκοι που καταβάλλει το Δημόσιο, μετά από δικαστική απόφαση σε εργοληπτική εταιρεία, εξακολουθούν να χαρακτηρίζονται ως εισόδημα από κινητές αξίες και επομένως, υπόκεινται σε παρακράτηση φόρου 20%, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 54 του Κ.Φ.Ε.

Κατηγορία:
Φορολογικά
ΔΙΑΔΩΣΤΕ ΤΗ ΣΕΛΙΔΑ